24 Σεπτεμβρίου 2008

Μισοτελειωμένο γράμμα (7) / Το προτελευταίο βαγόνι (α)



Λονδίνο 1945.

Σταθμός Kings Cross, ώρα 16.10,


Το τρένο από Southampton, άφηνε ένα σταχτί ντουμάνι πυκνού καπνού στον φθινοπωρινό, ομιχλώδη, ουρανό της πόλης, καθώς έφτανε στο σταθμό.

Στους στενούς διαδρόμους και τα παλαιωμένα βαγόνια του, κόσμος πολύς στοιβαγμένος με προθυμία για να γυρίσει από τα πλοία της βίας, όσο πιο γρήγορα μπορεί στη γλυκά μολυσμένη, πάτρια γη του Λονδίνου. Τα δύσκολα χρόνια του πολέμου είχαν περάσει πια, και μόνο καλύτερες μέρες μπορούσαν να έρθουν…

Στο προτελευταίο βαγόνι, ο επιθεωρητής James McHill, επέστρεφε παρέα με τον καλό του φίλο, Συνταγματάρχη Samuel Hamilton, που επέστρεψε μόλις, έπειτα από έξι μήνες στη μάχη. Τον τελευταίο, θα περίμεναν στο σταθμό η σύζυγος με τα δύο τους παιδιά.


-«Λοιπόν Σαμ, πως είναι να ξέρεις πως μπορείς πλέον να αγκαλιάσεις τη γυναίκα, και τα παιδιά σου χωρίς να φοβάσαι πως ίσως είναι η τελευταία φορά; Χωρίς να απειλεί κάτι την ευτυχία σας; Πόσο σε ζηλεύω φίλε μου… Μακάρι να έβρισκα και εγώ κάποια σαν τη Σάρα. Είσαι τυχερός. Ίσως γι αυτό ο πόλεμος δεν άφησε τα σημάδια του πάνω σου. Ο Θεός δεν ήθελε να χαλάσει κάτι τόσο καλό. Εμένα δεν με περιμένει κανείς πίσω. Μια γάτα Σιαμαία έχω και αυτή με σνομπάρει υποτιμητικά. χαχαχα».

-«Πάντα είχες τον τρόπο να πλέκεις την τύχη με τη μοίρα, Τζέιμς. Η τύχη είναι κάτι που έρχεται και φεύγει. Τη μοίρα μας την καθορίζουν οι επιλογές μας. Και η γάτα σου σε σνομπάρει για να σου δίνει ένα λόγο να προσπαθείς περισσότερα. Να μην εφησυχάζεις και πλανιέσαι. Η ευτυχία είναι μια ψευδαίσθηση. Μικρές καθημερινές χαρές την απαρτίζουν.»

-«Μεγάλη δόση σοφίας για ένα χαζό μπάτσο σαν εμένα Σαμ, χαχα. Και η γάτα τρώει πιο πολύ παρά σκοτίζεται με σοφίες και τι κάνω εγώ στη ζωή μου. Αρκεί να είμαι εκεί να τη χαϊδεύω και να την ταΐζω. Όντως η ευτυχία είναι απλή. Μα δύσκολη. Είσαι τυχερός μην το ξεχνάς αυτό παλιέ μου φίλε. Να ευχαριστείς την τύχη σου και να την τιμάς.»

-«Προσπαθώ Τζέιμς. Προσπαθώ.»


Τα πολυτελή μα εμφανώς ταλαιπωρημένα ρούχα του Συνταγματάρχη φανέρωναν τις κακουχίες του πολέμου. Η ανοιχτή του επιδερμίδα και τα κοντά ξανθά μαλλιά του έδειχναν ωχρά στο θαμπό μελαγχολικό φως του απογεύματος. Ο Επιθεωρητής με τα σγουρά μαλλιά και τα μακριά μουστάκια και τα μικροσκοπικά στρογγυλά γυαλιά, κοιτούσε με συμπάθεια και θαυμασμό το γεμάτο παράσημα λαδί πέτο του Σαμ. Το βλέμμα του έπεσε τυχαία στον τσαλακωμένο φάκελο που κρατούσε σφικτά στα ελαφρώς τρεμάμενα, γεμάτα σημάδια από τον πόλεμο, χέρια του, ο μελαγχολικός του φίλος.


Ξαφνικά το τρένο άρχισε να φρενάρει μανιασμένα! Σταμάτησε απότομα λίγα μέτρα πριν το σταθμό. Η ατμομηχανή έβγαζε ένα άγριο παραπονεμένο ήχο που έφτανε διαπεραστικός μέχρι το βαγόνι των δύο ταξιδιωτών. Κραυγές ακούγονταν να έρχονται από μακριά από το μισάνοιχτο παράθυρο. Η πόρτα άνοιξε απότομα λίγες στιγμές μετά! Ήταν ο βοηθός του Τζέιμς:


«Κύριε επιθεωρητά, ελάτε αμέσως! Κάποιος από το σταθμό έπεσε στις γραμμές του τρένου!»


Κόσμος μαζεύτηκε γρήγορα. Μπροστά στη μηχανή που κάπνιζε ακόμη, κείτονταν το άψυχο κορμί μιας νεαρής αιματοβαμμένης κοπέλας. Τα ρούχα της υποδήλωναν πως ήταν νοσοκόμα…

Ο Συνταγματάρχης κοίταξε από το παράθυρο προς το μαζεμένο πλήθος. Δίπλωσε βιαστικά το φάκελο και τον έβαλε στην τσέπη του, καθώς με αργό, διστακτικό, τραυματισμένο, βήμα ακολουθούσε τον επιθεωρητή στους στενούς, ασφυκτικά γεμάτους διαδρόμους του τρένου…


Τι, πραγματικά, συνέβη άραγε στο σταθμό Kings Cross;


(Συνεχίζεται στο β' μέρος.)



written and edited by mr.androu



1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Τη νοσοκόμα πρέπει να την έσπρωξε η γυναίκα του συνταγματάρχη στις γραμμές. Πρέπει να ήταν γκόμενα του συνταγματάρχη.